Κυριακή 9 Μαρτίου 2014

Το αδίκημα της απάτης κατ' επάγγελμα ή κατ' εξακολούθηση, μέσα από τις αποφάσεις του Αρείου Πάγου.

Το ανώτατο δικαστήριο της χώρας έχει κρίνει με πάγια νομολογία του ποια είναι τα στοιχεία του αδικήματος της απάτης, όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 386 του Ποινικού Κώδικα:

Απάτη

Άρθρο 386 του Ποινικού Κώδικα

         1. Όποιος  με  σκοπό  να  αποκομίσει  ο ίδιος ή άλλος παράνομο περιουσιακό όφελος βλάπτει ξένη περιουσία πείθοντας κάποιον σε  πράξη, παράλειψη  ή  ανοχή  με  την  εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων σαν αληθινών ή την  αθέμιτη  απόκρυψη  ή  παρασιώπηση  αληθινών  γεγονότων τιμωρείται  με  Φυλάκιση  τουλάχιστον  τριών  μηνών και αν η ζημία που προξενήθηκε είναι ιδιαίτερα μεγάλη, με Φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών.

          2.  Οι διατάξεις του  άρθρου  72  για  το  κατάστημα  εργασίας εφαρμόζονται και εδώ.

         "3. Επιβάλλεται Κάθειρξη μέχρι δέκα ετών: α) αν ο υπαίτιος διαπράττει απάτες κατ`επάγγελμα ή κατά συνήθεια και το συνολικό όφελος ή η συνολική ζημία υπερβαίνουν το ποσό των πέντε εκατομμυρίων  (5.000.000) δραχμών [δέκα πέντε χιλιάδων (15.000)ευρώ." 

Το ποσό  των δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ της περίπτωσης α` της παραγράφου 3 αναπροσαρμόζεται στο ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ με την παρ.2 περ.δ` άρθρου 24 Ν.4055/2012,ΦΕΚ Α 51/12.3.2012 με έναρξη ισχύος 2 Απριλίου 2012.

ή β) αν το περιουσιακό όφελος ή η προξενηθείσα ζημία υπερβαίνει συνολικά το ποσό των [είκοσι πέντε εκατομμυρίων (25.000.000) δραχμών"] "εβδομήντα τριών χιλιάδων (73.000)ευρώ".

Το ποσό  των εβδομήντα τριών χιλιάδων (73.000) ευρώ  του δεύτερου εδαφίου 
της παραγράφου 4 αναπροσαρμόζεται στο ποσό των εκατό είκοσι χιλιάδων (120.000) ευρώ με την 
παρ.1 περ.ιδ` άρθρου 24 Ν.4055/2012,ΦΕΚ Α 51/12.3.2012.Εναρξη ισχύος 2 Απριλίου 2012.

Ο Άρειος Πάγος έχει κρίνει ότι από τη διάταξη αυτή του 386 ΠΚ προκύπτει ότι για την στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της απάτης απαιτούνται:
α) σκοπός του δράστη να περιποιήσει στον εαυτό του, ή σε άλλον παράνομο περιουσιακό όφελος, β)εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθών ή αθέμιτη απόκρυψη ή παρασιώπηση αληθών, από την οποία, ως παραγωγό αίτια, παραπλανήθηκε κάποιος και προέβη σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή και
γ) βλάβη ξένης περιουσίας, με την έννοια της μειώσεως της υφισταμένης περιουσιακής καταστάσεως του βλαπτομένου, η οποία να τελεί σε αιτιώδη συνάφεια με τις παραπλανητικές ενέργειες ή παραλείψεις του δράστη, χωρίς να απαιτείται ταυτότητα παραπλανηθέντος και ζημιωθέντος.

Ως γεγονότα νοούνται τα πραγματικά περιστατικά που αναφέρονται στο παρελθόν ή στο παρόν ή συμβαίνουν κατά το χρόνο της βεβαιώσεως τους, όπως είναι και ο ισχυρισμός περί της ικανότητας ορισμένου προσώπου, όχι, όμως και εκείνα που πρόκειται να συμβούν στο μέλλον όπως είναι οι απλές υποσχέσεις εκπληρώσεως συμβατικών υποχρεώσεων σε μέλλοντα χρόνο. Οταν, όμως, οι τελευταίες συνοδεύονται ταυτόχρονα με ψευδείς διαβεβαιώσεις και παραστάσεις άλλων γεγονότων που αναφέρονται στο παρόν ή το παρελθόν, κατά τέτοιο τρόπο ώστε να δημιουργούν την εντύπωση της μελλοντικής εκπλήρωσης βάσει της εμφανιζόμενης ψευδούς πραγματικής καταστάσεως ή δυνατότητας του δράστη που έχει ειλημμένη την πρόθεση να μην εκπληρώσει την υποχρέωση, τότε υπάρχει γεγονός που θεμελιώνει το έγκλημα της απάτης. 

Περαιτέρω κατά τη διάταξη του εδαφ.στ`του άρθρου 13 ΠΚ που προστέθηκε με το άρθρο 1 παρ.1 του Ν.2408/1996, κατ` επάγγελμα τέλεση του εγκλήματος συντρέχει όταν από την επανειλημμένη τέλεση της πράξεως ή από την υποδομή που έχει διαμορφώσει ο δράστης με πρόθεση επανειλημμένης τελέσεως της πράξεως προκύπτει σκοπός του για πορισμό εισοδήματος, ενώ κατά συνήθεια τέλεση του εγκλήματος συντρέχει όταν από την επανειλημμένη τέλεση της πράξεως προκύπτει σταθερή ροπή του δράστη προς διάπραξη του συγκεκριμένου εγκλήματος ως στοιχείο της προσωπικότητάς του. 

 Επανειλημμένη τέλεση υπάρχει και, όταν το έγκλημα διαπράττεται κατ`εξακολούθηση.
Κατά την έννοια της παρ.1 του άρθρου 98 ΠΚ, κατ`εξακολούθηση έγκλημα είναι εκείνο που τελείται από το ίδιο πρόσωπο και απαρτίζεται από περισσότερες ομοειδείς μερικότερες πράξεις, διακρινόμενες χρονικά μεταξύ τους, οι οποίες προσβάλλουν το ίδιο έννομο αγαθό και κάθε μία από αυτές περιέχει πλήρη τα στοιχεία ενός και του αυτού εγκλήματος, συνδέονται δε μεταξύ τους με την ταυτότητα της αποφάσεως για την τέλεση τους και θεωρούνται ως ενιαίο έγκλημα. 
Στο παραπάνω άρθρο 98 ΠΚ προστέθηκε, με το άρθρο 14 παρ. 1 του Ν 2721/1999, δεύτερη παράγραφος, σύμφωνα με την οποία η αξία του αντικειμένου της πράξεως και η περιουσιακή βλάβη ή το περιουσιακό όφελος, που προκύπτουν από την κατ` εξακολούθηση τέλεση του εγκλήματος, λαμβάνονται συνολικά υπόψη, αν ο δράστης απέβλεψε με τις μερικότερες πράξεις του στο αποτέλεσμα αυτό. Στις περιπτώσεις αυτές ο ποινικός χαρακτήρας της πράξεως, προσδιορίζεται με βάση την συνολική αξία του αντικειμένου και την συνολική περιουσιακή βλάβη ή το συνολικό περιουσιακό όφελος.