Δευτέρα 2 Φεβρουαρίου 2015

Είναι η αισχροκέρδεια ποινικό αδίκημα;

Βεβαίως και είναι, σύμφωνα με το άρθρο 405 του Ποινικού μας Κώδικα. Μάλιστα, προ οικονομικής κρίσης, είχε εκδοθεί η υπ' αριθμ. 13/2008 Γνωμοδότηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, η οποία ανέλυε τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες στοιχειοθετείται το έγκλημα της Αισχροκέρδειας.

Έτσι, κατά το άρθρο 405 ΠΚ τιμωρείται για αισχροκέρδεια όποιος σχετικά με άλλες δικαιοπραξίες, εκτός από αυτές που αναφέρονται στο άρθρο 404 παρ. 1 (σ.σ. το οποίο αφορά το αδίκημα της Τοκογλυφίας) και υπό τις ίδιες περιστάσεις, συνομολογεί ή παίρνει για τον εαυτό του ή για τρίτον περιουσιακά ωφελήματα που υπερβαίνουν την αξία της δικής του παροχής, τόσο ώστε ανάλογα με τις ειδικές περιστάσεις να βρίσκεται σε προφανή δυσαναλογία προς αυτήν.

Από τη διάταξη αυτή συνάγεται ότι για να στοιχειοθετηθεί το έγκλημα της αισχροκέρδειας απαιτείται να συντρέξουν τα εξής στοιχεία: 
Αντικειμενικά μεν, 1) η συνομολόγηση και η λήψη εκ μέρους του δράστη για τον εαυτό του ή για τρίτον περιουσιακά ωφελήματα, 2) τα ωφελήματα να υπερβαίνουν την αξία της παροχής του δράστη τόσο, ώστε ανάλογα με τις ειδικές περιστάσεις να βρίσκεται σε προφανή δυσαναλογία προς αυτήν, 3) η συναλλαγή να γίνεται υπό τις εκμεταλλευτικές περιστάσεις της ανάγκης, την πνευματική αδυναμία, την κουφότητα, την απειρία ή την ψυχική έξαψη εκείνου που παίρνει την αντιπαροχή και 4) ο δράστης να τελεί το αδίκημα κατ` επάγγελμα ή κατά συνήθεια, υποκειμενικά δε να συντρέχει δόλος οποιασδήποτε μορφής, ακόμη και ενδεχόμενος (σ.σ. επομένως, αποκλείεται η τέλεση του ως άνω αδικήματος από αμέλεια). 

Επιπλέον, από την ερμηνεία της παραπάνω διατάξεως προκύπτει ότι αυτή έχει εφαρμογή σε άλλες, όχι πιστωτικές, δικαιοπραξίες, αλλά σε οποιεσδήποτε διμερείς δικαιοπραξίες οι οποίες προϋποθέτουν ανταλλαγή παροχών, δηλαδή είτε αυτές αφορούν απόκτηση ή μεταβίβαση πράγματος ή δικαιώματος (σ.σ. π.χ. πώληση), κατά τη σύναψη των οποίων όμως το ένα μέρος, εκμεταλλευόμενο την ανάγκη ή τα ελαττώματα του άλλου, κατορθώνει να δώσει ελάχιστα απέναντι σε αντιπαροχή δυσανάλογα μεγάλη (βλ. Αιτιολογ. Έκθεση, σελ. 393, ΑΠ 257/57 ΠοινΧρον Ε 546).

Επίσης, η κατ` επάγγελμα τέλεση της πράξεως της τοκογλυφίας υπάρχει όταν ο δράστης έχει την πρόθεση της επανειλημμένης διάπραξης του αδικήματος της τοκογλυφίας με σκοπό τον πορισμό εισοδήματος από αυτό. Δηλαδή, ούτε προηγούμενη καταδίκη για την ίδια πράξη του δράστη απαιτείται, ούτε τυγχάνει αναγκαίο ο δράστης να έχει διαπράξει περισσότερες από μία τέτοιες πράξεις. 

Και τούτο, διότι τα κριτήρια της συνδρομής της επιβαρυντικής αυτής περιπτώσεως δύνανται να διαπιστωθούν και σε εκείνον ο οποίος καταδικάσθηκε για μία μόνον πράξη, εφόσον υπάρχει πρόθεση για τέτοιες πράξεις για βιοπορισμό του (ΑΠ 1519/88 ΠοινΧρον 39.370, ΑΠ 329/89 Ποιν Χρον 39.899, ΑΠ 397/89 ΠοινΧρον 39.951, ΑΠ 501/89 ΠοινΧρον 39.979). Δεν απαιτείται δε να προκύπτει ότι αυτός έχει τελέσει τις ίδιες πράξεις και σε βάρος άλλου προσώπου.

Επίσης, η δυσαναλογία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής, που πρέπει να συντρέχει κατά το χρόνο της κατάρτισης της σύμβασης, πρέπει να είναι τέτοια, ώστε να την αντιλαμβάνεται οποιοσδήποτε λογικός άνθρωπος και έχει την έννοια ότι η ωφέλεια που αποκομίζει ο ένας σε βάρος του άλλου υπερβαίνει το μέτρο που κατά την ανταλλακτική καλή πίστη είναι φυσικό να αποκομίζει (ΑΠ 382/1992 ΕΕΝ 93, 303, ΝοΒ 93,874). Συνήθως είναι προφανής η δυσαναλογία, όταν υπερβαίνει το 50% της αξίας της αντιπαροχής (ΑΠ 307/1993 ΝοΒ 42,382, Μ. Mapyapkqs, ΠοινΚ 2002 υπό το άρθρο 404).